Κυριακή 19 Απριλίου 2015

ΟΡΙΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ, 2008



ΟΡΙΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΝ 18Ο ΑΙΩΝΑ
ΚΕΡΚΥΡΑ, ΙΟΝΙΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑ, 29/11/2008
ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΙΟΝΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΟΥΛΕΜΒΟΥΡΓΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

1. ΟΡΙΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ
      Το 1716, χρονιά της μάχης του Πετροβαραντίν και της πολιορκίας της Κέρκυρας, αποτελεί κρίσιμο ορόσημο στην Ευρωπαϊκή ιστορίας. Είναι η τελευταία σχεδιασμένη απόπειρα επέκτασης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην δυτική Ευρώπη.[1] Μετά το 1716,...
η δυτική Ευρώπη θα αφεθεί ανεμπόδιστη να δημιουργήσει ό,τι ιστορικά κατεγράφη ως ο ‘αιώνας του Διαφωτισμού’. Είναι η περίοδος κατά την οποία η Δύση διαμορφώνει την ταυτότητά της βασισμένη σε μια ιδέα ριζικής διαφοράς ως προς την Ανατολή – εικόνα αληθινή ή κατασκευασμένη. Η Δύση χαράσσει πολιτισμικά και πολιτικά σύνορα έναντι της Ανατολής και έτσι αυτοπροσδιορίζεται.
      Τα σύνορα είναι προϊόν ισχύος, αλλά, επίσης, είναι προϊόν φαντασιακής κατασκευής. Πριν χαραχθούν στο έδαφος, χαράσσονται ως πολιτισμικά σύνορα και ως ιδέες στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Τα πολιτισμικά σύνορα είναι συνήθως σύνορα μεταξύ μιας φωτεινής ταυτότητας και μιας γκρίζας και σκοτεινής ετερότητας, μεταξύ ενός φωτεινού Εαυτού και ενός σκοτεινού Άλλου. Στην αρχαία Ελλάδα, π.χ., η πολιτισμική διάκριση μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων προηγείται της χάραξης εδαφικών συνόρων μεταξύ Ελλήνων και μη Ελλήνων. Τι είναι Έλληνας και τι είναι βάρβαρος; Οι μεν Έλληνες το φως, οι δε βάρβαροι το σκότος. Οι πρώτοι γεννημένοι για να ζήσουν ελεύθεροι, οι δε δεύτεροι γεννημένοι για να ζήσουν σκλάβοι.
      Η οριστική χάραξη πολιτισμικών συνόρων μεταξύ μιας φωτισμένης Ευρώπης και μιας σκοτεινής Οθωμανικής αυτοκρατορίας έγινε τον 18ο αιώνα ή, ίσως, κατά τα τέλη του 17ου. Τον 19ο αιώνα θα ακολουθούσαν τα πολιτικά σύνορα. Ο 18ος αιώνας είναι ο αιώνας κατά τον οποίο διαμορφώνονται, στην αρχή ως μειοψηφία ακολούθως ως ευρεία συνείδηση, οι πολιτικοί όροι της σύγχρονης Ευρώπης.
      Ο Οριενταλισμός ως συστηματική θεωρία αναπτύχθηκε τον 19ο αιώνα. Πάνω του βασίσθηκε η ηθική του δυτικού ιμπεριαλισμού του 19ου αιώνα. Ο Οριενταλισμός είναι η δυτική επιστήμη για την γνώση της Ανατολής που άλλοτε είναι αληθής επιστήμη άλλοτε ψευδεπίγραφη, άλλοτε βασίζεται σε μια ιστορική πραγματικότητα άλλοτε σε μια φανταστική. Ο Οριενταλισμός είναι η κατασκευή ενός συνόρου: η Δύση ορίζει τα σύνορά της σε σχέση με την Ανατολή. Έτσι γίνεται πάντοτε με τις ταυτότητες: ορίζει κανείς την ταυτότητά του ορίζοντας τον πραγματικό ή φανταστικό Άλλο και κατά συνεπαγωγή τον πραγματικό ή φανταστικό Εαυτό. Συνήθως ο Εαυτός συγκεντρώνει τα θετικά χαρακτηριστικά, ο Άλλος τα αρνητικά.
      Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε πρώιμο Οριενταλισμό το αντίστοιχο γνωστικό πεδίο του 18ο αιώνα. Ο πρώιμος αυτός Οριενταλισμός διαφέρει από τον ώριμο Οριενταλισμό του 19ου αιώνα ως προς ένα πολύ βασικό σημείο. Ο Οριενταλισμός του 18ου αιώνα αποσκοπεί στην γνώση εις βάθος της Ανατολής με απώτερο σκοπό να μείνει η Δύση σε απόσταση όσο το δυνατό πιο μεγάλη από την Ανατολή. Ο Οριενταλισμός του 19ου αιώνα αποσκοπεί στην γνώση εις πλάτος της Ανατολής με απώτερο σκοπό η Ανατολή στο τέλος να κατακτηθεί από την Δύση. Η κατάκτηση αυτή θα πρέπει να φαίνεται ως εκπολιτισμός απολίτιστων λαών. Η γνώση του 18ου αιώνα, ως γνώση εις βάθος, είναι ψυχολογική/ λακανική.[2] Η γνώση του 19ου αιώνα, ως γνώση εις πλάτος, είναι ιστορική. Και οι δύο γνώσεις αποτελούν τελικώς μίγματα αλήθειας και ψεύδους.
      Η Τουρκία, τόσο κοντά γεωγραφικά και τόσο μακριά πολιτισμικά σε σχέση με την Ευρώπη, παίζει, κατά τον 18ο αιώνα, αυτό τον καίριο ρόλο για την διαμορφούμενη νεωτερική ευρωπαϊκή ταυτότητα. Η Ευρώπη καθρεφτίζεται ως αντίστροφο είδωλο στον καθρέφτη της Τουρκίας. Η Ευρώπη του Διαφωτισμού, τώρα, που δεν απειλείται πια από την πάλαι ποτέ τρομερή στρατιωτική μηχανή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, απειλείται από τις πραγματικές ή φαντασιακές πολιτισμικές διαφορές που έχει μαζί της. Η Ευρώπη θέλει να μείνει όσο πιο μακριά είναι δυνατόν από την Τουρκία. Δεν θέλει να την κατακτήσει. Θέλει να την αποφύγει. Είναι μεγάλη η ανάγκη να τονισθούν οι διαφορές, ακόμη και με υπερβολικό τρόπο, ώστε να καταστεί σαφής η φωτισμένη εκδοχή της Ευρώπης. Ο Τούρκος είναι ο σκοτεινός Άλλος, που διέπεται όχι από την λογική και την μετριοπάθεια (του Ευρωπαίου) αλλά από ακατανόητα πάθη και αυθαιρεσία. Ο Τούρκος είναι ο δεσπότης ή ο σκλάβος, ο άγριων ενστίκτων ή ο τρυφηλός και ηδυπαθής, ο ούτως ή άλλως ανέντιμος, αυτός που κρίνει και τιμωρεί εχθρούς ή πρώην φίλους με συνοπτικές διαδικασίες, αυτός που αντιμετωπίζει τη γυναίκα χρηστικά και ως σκεύος ηδονής.
      Δεν είναι τόσο εύκολο τον 18 αιώνα να βρούμε δυτικά κείμενα μιας συστηματικής σπουδής της Ανατολής. Περιοριζόμαστε λοιπόν σε σκόρπιες ταξιδιωτικές αφηγήσεις και σε σύντομες φιλοσοφικές και δοκιμιακές αναφορές. Τον 19ο αιώνα τα πράγματα αλλάζουν. Η Ανατολή τώρα γίνεται ένα σύνηθες σκηνικό στερεότυπο της Δυτικής γραμματείας και ένας εξ ίσου στερεότυπος πολιτικός λόγος εξυπηρετών τα γεωπολιτικά συμφέροντά της Ευρώπης. Ο Eduard Said, στο μνημειώδες βιβλίο του, Οριενταλισμός, που εκδόθηκε το 1978 και που τόσες γόνιμες συζητήσεις κατάφερε να προκαλέσει, επεξεργάσθηκε την δυτική λογοτεχνική γραμματεία του 19ου αιώνα.[3] Η γραμματεία αυτή συνιστά υπαινικτικώς, κατά την γνώμη του Said, μια συστηματική όσο και ψευδεπίγραφη επιστήμη, την επιστήμη του Οριενταλισμού: μια υποκειμενική θεώρηση της Ανατολής προσαρμοσμένη στις ανάγκες ηθικής νομιμοποίησης του δυτικού ιμπεριαλισμού. Όποιος κατέχει αυτή την επιστήμη έχει ταυτόχρονα και το διαβατήριο για μια επιτυχημένη αποικιακή επαγγελματική καριέρα. Ο δυτικός 18ος αιώνας, αντιθέτως, δεν διατείνεται ότι γνωρίζει καλά την Ανατολή εις εύρος (πολλές φορές δεν γνωρίζει που ακριβώς βρίσκεται). Διατείνεται όμως ότι γνωρίζει καλά την ίδια την Δύση και γνωρίζει ακόμη καλά πόσο η Δύση επιθυμεί να απέχει από την όποια Ανατολή, όχι τόσο εδαφικά όσο πολιτισμικά. Η γραμματεία του 18ου αιώνα παρουσιάζει ένα αρνητικό πολιτειακό και πολιτισμικό παράδειγμα Ανατολής προς το οποίο δεν πρέπει να μοιάσει η Ευρώπη καθώς σταδιακά οικοδομεί τους νεωτερικούς θεσμούς της. Ο Ευρωπαίος στα ευρωπαϊκά κείμενα εμφανίζεται, ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα, ως γεννημένος για να ζήσει ελεύθερος και ίσος ανάμεσα σε άλλα ελεύθερα και ίσα πλάσματα, ενώ, την ίδια στιγμή, ο Ανατολίτης εμφανίζεται ως υποδεέστερος και φύσει ρέπων προς την δουλεία. Ο Ευρωπαίος φύσει ρέπει προς τον Διαφωτισμό. Ο Ανατολίτης, φύσει ρέπει προς τον σκοταδισμό, την δεσποτεία και την σκλαβιά.[4]
      Ο Οριενταλισμός του 19ου αιώνα είναι η συνέχεια του Οριενταλισμού του 18ου αιώνα. Ο κατά Said Οριενταλισμός του 19ου αιώνα είναι η κατάληξη αργών ιδεολογικών διεργασιών που ξεκινούν από τις αρχές του 18ου αιώνα. Αυτές τις αργές διαδικασίες στο ξεκίνημά τους διαλαμβάνει ένα άλλο βιβλίο, αυτό του Γάλλου Alain Grosrichard, The Soultans Court. Το βιβλίο αυτό, αν και λιγότερο διάσημο από το προαναφερθέν του Said, και εκδοθέν σχεδόν ταυτόχρονα με αυτό του Said, αποτελεί έργο αναφοράς για όποιον μελετά τις πολιτικές και πολιτισμικές σχέσεις Δύσης – Ανατολής των Νεώτερων Χρόνων.
2. Από τον ‘Τρόμο του Κόσμου’ στον ‘Μεγάλο Ασθενή της Ευρώπης’
      Ο Οριενταλισμός του 18ου αιώνα ασχολήθηκε με τα ελαττώματα της Ανατολής, για να τα παρουσιάσει ως παραδείγματα προς αποφυγήν, ακριβώς σε μια στιγμή κατά την οποία φαινόταν η αδυναμία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να επιβάλει το στρατιωτικό κύρος της στην Ευρώπη. Η Οθωμανική αυτοκρατορία θα παρουσιαζόταν έκτοτε ολοένα και πιο πολύ ως μια στρατιωτικώς και πολιτισμικώς παρηκμασμένη δύναμη στις παρυφές της Ευρώπης. Η παλιά ‘πιο μοντέρνα κυβέρνηση της Ευρώπης’ θα μετατρεπόταν σιγά-σιγά στον ‘μεγάλο ασθενή της Ευρώπης’. Σ’ αυτήν ακριβώς την στιγμή της πρώτης εκδήλωσης της Ανατολικής αδυναμίας, γεννήθηκε ο σύγχρονος δυτικός Οριενταλισμός ως μια από τις βασικές πλευρές του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού και της σύγχρονης δυτικής ταυτότητας.
      Κανείς δεν ξέρει αν ο αιώνας του Διαφωτισμού, με όλη αυτή την έμφαση στις διαφορές με την Ανατολή σε σχέση με τον ορθό λόγο και το πάθος, θα είχε πάρει τον δρόμο που πήρε, αν η Οθωμανική αυτοκρατορία είχε παραμείνει ισχυρή στρατιωτικά όπως ήταν άλλοτε. Η Βιέννη, με τις δύο πολιορκίες της από τους Οθωμανούς, 1529 και 1683, αποδείχθηκε το ακρότατο όριο δυνατής στρατιωτικής επιμελητείας του οθωμανικού στρατού. Και στις δύο περιπτώσεις η προβληματική επιμελητεία των επιτιθεμένων, στις πύλες της Βιέννης, ακύρωσε την αριθμητική και ποιοτική πολεμική ανωτερότητα του Οθωμανικού στρατού. Σε μια τρίτη και τελευταία εκστρατεία αποσκοπούσα στην Βιέννη, το 1716, ο Οθωμανικός στρατός, ανώτερος αριθμητικά, κατώτερος ποιοτικά, νικήθηκε καθ’ οδόν. Είναι η περίπτωση του Πετροβαραντίν και της Κέρκυρας. Η Βιέννη και μέσω αυτής η Ευρώπη δεν θα ενοχλούντο πλέον από τον Οθωμανικό στρατό και θα αφήνονταν ελεύθερες να τραβήξουν τον δρόμο που οραματίσθηκαν οι φιλόσοφοι της εποχής.
      Πολλά έχουν ειπωθεί για τα αίτια της αργής αλλά σταθερής πτώσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Οθωμανικός στρατός αρνείτο πεισμόνως να εκσυγχρονισθεί, αρκούμενος στα πολεμικά μέσα και τις πολεμικές αρχές του παρελθόντος. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο σουλτάνος, αυτός ο απόλυτος κύριος, ο ασκών δεσποτική εξουσία επί των υπηκόων του, δεν ήταν και τόσο απόλυτος και δεσπότης. Ακόμη και όταν ήθελε, δεν ήταν σε θέση να επιβάλλει την κατάλληλη προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Οι όποιες σουλτανικές πρωτοβουλίες εκσυγχρονισμού κατέληγαν σε εκθρονισμούς. Οι διάδοχοι σουλτάνοι, μεγαλωμένοι μέχρι της ανάληψης των υψηλών καθηκόντων σε ένα εξαιρετικά περίκλειστο και τρυφηλό περιβάλλον αυλής, αποκομμένοι από την πραγματική κοινωνία και τα προβλήματά της, αποδέχονταν μοιραία τις όποιες επιθυμίες των εκάστοτε στασιαστών. Ο απόλυτος κύριος, ο δεσπότης, αποδεικνυόταν έρμαιο των κλειστών επαγγελματικών συμφερόντων των στρατιωτικών σωμάτων. Συνεχείς ήταν οι στάσεις των διαφόρων στρατιωτικών σωμάτων, ιδίως των Γενιτσάρων, όταν αυτά έκριναν ότι θίγονταν τα στενά τους συμφέροντα και τα προνόμια που απολάμβαναν.
      Σύμφωνα με την Γαλλική σχολική των Annales της δεκαετίας του 1950, η παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μπορεί να αποδοθεί και σε άλλες αιτίες, πλην της ανικανότητας των σουλτάνων και των βεζίρηδων να επιβάλουν στις νέες συνθήκες την κατάλληλη προσαρμογή. Τέτοιες αιτίες είναι: Πρώτον, η κλιματική αιτία, η ενσκήψασα δηλαδή περίοδος παγετώνων που έπληξε κυρίως τα εδάφη της τότε Τουρκίας με δυσμενή αποτελέσματα στην παραγωγή τροφίμων. Δεύτερον, η αιτία των επιδημιών, η μη αποτελεσματική δηλαδή αντιμετώπιση των ιδιαίτερα διαδεδομένων μολυσματικών επιδημιών της εποχής (πανώλης). Τρίτον, η δημογραφική αιτία, η δραματική δηλαδή μείωση του πληθυσμού της περιοχής, την οποία συνεπάγονταν τόσο η μείωση της παραγωγής τροφίμων όσο και ο αποδεκατισμός λόγω των ασθενειών.
      Ανεξαρτήτως των αιτιών, στις οποίες οφείλεται η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης μεταξύ Δύσης και Ανατολής, αιωρείται πάντα ένα υπαρξιακό ερώτημα περί την ιστορία. Ένας εξαιρετικά ενδιαφέρων και παραγωγικός κλάδος της επιστημονικής φαντασίας, που λέγεται History What-If, άλλως Εναλλακτική Ιστορία, ερωτά: Τι εξέλιξη θα είχε ο κόσμος εάν η έκβαση σε μια αμφίρροπη σύγκρουση ήταν διαφορετική; Μπορεί να φαίνεται έωλο το ερώτημα, όμως αυτός είναι ένας πολύ δημιουργικός τρόπος συζήτησης μεταξύ ειδημόνων περί την ιστορία. Ποια εξέλιξη θα είχαν τα πράγματα στην Ευρώπη, εάν η Βιέννη σε μια από τις τρεις προαναφερθείσες οθωμανικές εκστρατείες εκατακτείτο; Πρόκειται για το γνωστό ζήτημα ενός βαθύτερου προβληματισμού για τον ρόλο του τυχαίου και του νομοτελειακού στην ιστορία αλλά και εν γένει στα ανθρώπινα πράγματα.
3. Από την ‘Τυραννία’ στην ‘Δεσποτεία’
      Ο αριστοτελικός πολιτειακός όρος της δεσποτείας είναι δάνειο από τις οικογενειακές σχέσεις της εποχής του Αριστοτέλη. Ο πατέρας είναι ο μονάρχης του σπιτιού έναντι των παιδιών και της γυναίκας και, συγχρόνως, είναι ο δεσπότης του σπιτιού έναντι των σκλάβων του σπιτιού. Ως μονάρχης ενδιαφέρεται για τα παιδιά και την γυναίκα του και ασκεί την μοναρχία για το καλό τους. Ως δεσπότης δεν ενδιαφέρεται για τους δούλους, και ασκεί την δεσποτεία όχι για το καλό των δούλων αλλά για το καλό της οικογένειάς του. Γι αυτό και ο Αριστοτέλης, στην γνωστή διάκριση των πολιτευμάτων που επιχειρεί, αναφερόμενος στους ελεύθερους ανθρώπους, δεν κάνει καμία μνεία στην δεσποτεία ως διακριτό πολίτευμα. Απαξιοί.
      Η Οθωμανική αυτοκρατορία, μέχρι τον 18ο αιώνα, χαρακτηριζόταν από τους Ευρωπαίους ως τυραννία. Πολλοί Ευρωπαίοι, δίπλα στον φόβο, εκδήλωναν συγχρόνως και ένα κάποιο θαυμασμό για την διοικητική και στρατιωτική ανωτερότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Όταν, μετά το 1716, εξέλιπε ο θαυμασμός και ο φόβος, η Οθωμανική αυτοκρατορία έπαυσε να χαρακτηρίζεται τυραννία. Επρόκειτο πια περί ‘δεσποτείας’. Αλλαγή δεν είχε συμβεί στην Οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά στα μυαλά των Ευρωπαίων.  Όπως και ο Αριστοτέλης, έτσι και οι Ευρωπαίοι του 18ου αιώνα θεωρούσαν την δεσποτεία υποδεέστερο ηθικώς σύστημα σε σχέση με την τυραννία. Η δεσποτεία, πολύ περισσότερο από την τυραννία, δεν είχε κανένα ηθικό και νομικό έρεισμα σύμφωνα με τα νέα ευρωπαϊκά πολιτικά ήθη του Διαφωτισμού. Ο τύραννος μπορούσε να ανατραπεί, ενώ ο δεσπότης ήταν εκεί για να μείνει για πάντα δεσπότης.
      Από την χαραυγή του, ο αιώνας του Διαφωτισμού, δηλαδή ο αιώνας των ιδεών κατά της δεσποτείας, πρόβαλλε συστηματικά την Τουρκία ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Μ’ αυτό τον τρόπο, οι Ευρωπαίοι ασκούσαν έμμεση κριτική κατά της δικής τους απολυταρχίας χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο να διωχθούν για τις πολιτικές τους ιδέες. Πρόκειται για ασφαλές πνευματικό στρατήγημα που, στο κάτω-κάτω, στρεφόταν εναντίον ενός κοινού εθνικού και θρησκευτικού εχθρού, εναντίον του οποίου ακόμη και ο Πάπας ήταν έτοιμος να κηρύξει σταυροφορία. Συγχρόνως, αυτό το παράδειγμα προς αποφυγήν εξέφραζε και μια ευρύτερη κριτική διάθεση, που σιγά-σιγά αγκάλιαζε και υιοθετείτο από ηγεμόνες και υπηκόους στην Ευρώπη. Λέει χαρακτηριστικά ο Alain Grosrichard, στην πρώτη φράση, στο βιβλίο του The Soultans Court: «Από τα τέλη του 17ου αιώνα και κατά την διάρκεια όλου του 18ου αιώνα, ένα φάντασμα επλανάτο πάνω από την Ευρώπη: το φάντασμα του δεσποτισμού.»
      Τo 1748, ο Montesquieu δημοσίευσε το περίφημο έργο του, Το Πνεύμα των Νόμων, στο οποίο επιχείρησε την κατηγοριοποίηση των πολιτειακών συστημάτων κατά το τρίπτυχο ‘δεσποτεία – μοναρχία – δημοκρατία’. Ο Γάλλος φιλόσοφος του Διαφωτισμού διαφοροποιείται έτσι από την παλιά, κλασική αριστοτελική κατηγοριοποίηση που περιελάμβανε την μοναρχία, την αριστοκρατία και την δημοκρατία. Το ενδιαφέρον στην νεώτερη κατηγοριοποίηση εστιάζεται στην δεσποτεία, για την οποία ο Montesquieu δεν δυσκολεύεται καθόλου να βρει τον τόπο παραδειγματικής εφαρμογής της.
      Η Τουρκία συνιστά την «φοβερή δεσποτεία», λόγω της συγκέντρωσης στα χέρια του σουλτάνου και των τριών εξουσιών, της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής. Η ευρωπαϊκή διάκριση των εξουσιών αυτών, έστω και χαλαρή, όπως στην περίπτωση της γαλλικής μοναρχίας του καιρού, διαφοροποιεί όλα τα άλλα πολιτειακά συστήματα από την δεσποτεία. Στην δεσποτεία δεν υφίσταται καμία απολύτως διάκριση εξουσιών. Η πλήρης διάκριση των εξουσιών συνιστά το άριστο κριτήριο της σύγχρονης δημοκρατίας. «Τα περισσότερα βασίλεια στην Ευρώπη απολαμβάνουν μια μετριοπαθή διακυβέρνηση, επειδή ο ηγεμόνας που έχει την ευθύνη των δύο εξουσιών αφήνει την τρίτη στα χέρια των υπηκόων του. Στην Τουρκία, όπου αυτές οι τρεις εξουσίες είναι ενωμένες στο πρόσωπο του σουλτάνου, οι υπήκοοι στενάζουν υπό την πιο τρομερή καταπίεση.» (Montesquieu 1914/1748, p. 221). «Στην Τουρκία, όπου μικρή μόνο σημασία αποδίδεται στην τιμή, την ζωή και την περιουσία των υπηκόων, όλες οι υποθέσεις αποφασίζονται με συνοπτικό και αδιάφορο τρόπο. Ο πασάς μετά από μια σύντομη ακρόαση, αποφασίζει ποιος και πώς θα τιμωρηθεί.» (Montesquieu 1914/1748, p. 134).
      Μπορεί – κι αυτή η παρατήρηση έχει μια άλλη σημασία, υπό το φως της ιστορίας που γνωρίζουμε σήμερα – ο Montesquieu να είναι κατά της δεσποτείας και υπέρ ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, όμως θεωρεί ότι για ορισμένους λαούς, όπως ο τουρκικός, η δεσποτεία είναι το ιδανικό πολίτευμα. Μπορεί για τον Montesquieu η δεσποτεία να στερείται νομιμότητας στο ευρωπαϊκό έδαφος, όμως στα μάτια του το πολίτευμα αυτό είναι το πολίτευμα που αρμόζει στο οθωμανικό έδαφος και στους λαούς που εγκαταβιούν σ’ αυτό. Οι αναφορές του Γάλλου φιλοσόφου γίνονται ακόμη και στο κλίμα και σε λοιπούς γεωγραφικούς παράγοντες που υποτίθεται ότι διαμορφώνουν τα πάθη ή την μαλθακότητα των λαών της Ανατολής.[5]
      Κατά τον ελληνικό αιώνα του Διαφωτισμού, τον 5ο αιώνα π.Χ., η περσική αυτοκρατορία, επίσης Ανατολική, διαφοροποιείτο από τα πολιτειακά συστήματα των ελληνικών πόλεων-κρατών κατά τούτο ακριβώς: ήταν δεσποτεία. Το πολιτειακό σύστημα της δεσποτείας θεωρείτο από τους Έλληνες ως ίδιον βαρβάρων και εντελώς ξένο προς τα ελληνικά ήθη, τα οποία ήταν ήθη ελευθέρων πολιτών. Ο τύραννος των Ελλήνων διακρίνεται από θετικά και από αρνητικά χαρακτηριστικά, έχει δε σύντομη διάρκεια. Ο δεσπότης των Ασιατών έχει μεγάλη διάρκεια, διακρίνεται δε μόνον από αρνητικά χαρακτηριστικά και προσιδιάζει σε ανελεύθερους λαούς. Στην βάση αυτής της ριζικής πολιτειολογικής διάκρισης, που είναι ουσιαστικά βαθύς χωρισμός πολιτισμικών προτύπων, θεμελιωνόταν την κλασική εποχή της αρχαιότητας και η όποια αλληλεγγύη μεταξύ των ελληνικών πόλεων, όσες φορές αυτή εξεδηλώθη εναντίον του κοινού εχθρού των Περσών.
      Γίνεται κατανοητό και από τις δύο ιστορικές περιπτώσεις Διαφωτισμού, την σύγχρονη και την αρχαία, ότι οι έμμεσες αναφορές και η έμμεση κριτική αφορούσαν όχι τόσο τον ηγεμόνα όσο τον ίδιο τον λαό. Ο λαός είναι αυτός που πρέπει να σκέφτεται και να επαγρυπνά για το καλύτερο πολίτευμα και σ’ αυτόν πέφτει το βάρος της ασκούμενης κριτικής. Και ενώ στην περίπτωση της ασιατικής δεσποτείας, ο λαός παραμένει απαθής, αδιάφορος και δεν αντιδρά, στην περίπτωση των ελληνικών πόλεων, είτε υπό δημοκρατία, είτε υπό αριστοκρατία, είτε υπό τυραννία, ο λαός είναι ενεργός κριτής της εκάστοτε εξουσίας, έτοιμος να εξεγερθεί και να επαναστατήσει σε κάθε μη επιθυμητή πολιτειακή περίπτωση. Μπορεί και στην περίπτωση της τυραννίας και στην περίπτωση της δεσποτείας ο άρχων να είναι ένας, όμως στην πρώτη περίπτωση ο άρχων αισθάνεται το βλέμμα και το χνώτο του λαού να τον παρακολουθούν ενώ στην δεύτερη περίπτωση δεν υφίσταται κανένας απολύτως έλεγχος από τον λαό, αφού αυτός είναι παραδομένος παθητικά σε μια μακροημερεύουσα μοίρα. Στην πρώτη περίπτωση, η λαϊκή συναίνεση, όταν και στον βαθμό που υπάρχει, είναι συναίνεση υπό όρους, συναίνεση βραχείας διάρκειας. Στην δεύτερη περίπτωση, η λαϊκή συναίνεση είναι δεδομένη, απόλυτη και διαρκής.
      Γράφει η Asli Cirakman,[6] Τουρκάλα καθηγήτρια ιστορίας: «Ο ‘δεσποτισμός’ υπονοούσε μια στατική και δουλική κοινωνία, μια οπισθοδρομική και διεφθαρμένη κοινωνία, με αυταρχικούς και θηριώδεις ηγεμόνες που κυβερνούσαν φοβισμένους και δουλοπρεπείς υπηκόους. Αντιθέτως, η ‘τυραννία’ δεν είχε ποτέ χρησιμοποιηθεί ως έννοια που θα απέδιδε σταθερά χαρακτηριστικά ενός λαού ή μιας πολιτείας. Η ‘τυραννία’ χρησιμοποιείτο ως έννοια που απέδιδε την συμπεριφορά κάποιων φαύλων ηγεμόνων.»
      Ο 18ος αιώνας θα ήταν ο αιώνας της αναλυτικής επεξεργασίας των πολιτικών και πολιτειακών εννοιών. Έκτοτε, το κλασικό παράδειγμα εφαρμογής του ‘δεσποτισμού’ θα ήταν, για τους Ευρωπαίους, η Οθωμανική Τουρκία. Ο Montesquieu, στο Πνεύμα των Νόμων, θα ήταν αυτός που θα έθετε κατηγορηματικώς το πολιτικό, πολιτειακό, κοινωνικό, πολιτισμικό, γεωγραφικό, ακόμη και κλιματικό περιεχόμενο του δεσποτισμού. Ο Γάλλος φιλόσοφος είναι ο πρώτος Ευρωπαίος που τόσο συστηματικώς και ευθαρσώς ορίζει ως αγεφύρωτο το χάσμα που χωρίζει την Δύση από την Ανατολή, αναφερόμενος όχι μόνον στην πολιτεία και τους θεσμούς της αλλά και στα ήθη και την κουλτούρα.
4. Η Εξωτική Τουρκία
      Ενώ τον 19ο αιώνα σπανίζουν οι θετικές ευρωπαϊκές περιγραφές της Τουρκίας, τον 18ο αιώνα είναι κάμποσες οι σχετικές θετικές αναφορές. Σε πολλές αφηγήσεις Ευρωπαίων του 18ου αιώνα είναι έκδηλη η αμφιθυμία για κάθε τι το Ανατολικό.
      Το 1716, χρονιά του Πετροβαραντίν και της Κέρκυρας, ο Άγγλος Edward Wortley Montagu ορίζεται πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη. Η Lady Mary Wortley Montagu φθάνει στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 1717 και αμέσως συναναστρέφεται γυναίκες της υψηλής κοινωνίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Lady Mary είναι γνωστή σήμερα από τις Επιστολές της που δημοσιεύθηκαν αμέσως μετά τον θάνατό της, το 1762, υπό τον χαρακτηριστικό αρχικό τίτλο Πηγές Απρόσιτες σε Άλλους Ταξιδιώτες. Οι επιστολές της Lady Mary, που στέλνονται σε συγγενικά της πρόσωπα, αποκαλύπτουν πτυχές της οθωμανικής καθημερινότητας εντελώς αντίθετες προς τα ευρωπαϊκά στερεότυπα για τους Τούρκους, άνδρες και γυναίκες. Η Wortley, εισχωρώντας στα άδυτα των γυναικείων δημόσιων λουτρών, είδε και έμαθε πράγματα για τα οποία και ο πιο κουτσομπόλης Τούρκος της εποχής θα εδήλωνε άγνοια. Περιγελά δε τις προηγούμενες ταξιδιωτικές αφηγήσεις των Ευρωπαίων ανδρών, οι οποίοι δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτα από όσα η ίδια έμαθε και άκουσε με τόσο πράγματι αξιόπιστο τρόπο.
      Τα γυναικεία λουτρά και το χαρέμι, στις Επιστολές, απομυθοποιούνται επί το χαλαρότετο και το πιο ελευθέριο. Τα γυναικεία δημόσια λουτρά, κατά τις Επιστολές, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα γυναικείο καφενείο, στο οποίο όλα τα γεγονότα της πόλης, ακόμη και τα πιο σκανδαλώδη, συζητούνται με ανοιχτό και ειλικρινή τρόπο μεταξύ των γυναικών και χωρίς λογοκρισία. Το συμπέρασμα της Wortley είναι ότι, παρά το φαινόμενο της μαντίλας, η Οθωμανή γυναίκα απολαμβάνει περισσότερες ελευθερίες από αυτές της σύγχρονής της δυτικής γυναίκας. Πίσω από την μαντίλα, π.χ., και με την συνεργασία της εξ ίσου μαντιλοφορούσας υπηρέτριας, η Οθωμανή γυναίκα, μη διακρινόμενη ούτε από τον σύζυγό της ούτε από κανένα άλλο αδιάκριτο μάτι, μπορεί, ακολουθώντας τις ορέξεις της, να συνάψει εξωσυζυγικές σχέσεις με ανώδυνο τρόπο. Κανείς άνδρας δεν ενοχλεί ή παρενοχλεί μια μαντιλοφορούσα (που στο κάτω-κάτω δεν αποκλείεται να είναι η ίδια η γυναίκα του!). Η όλη πρωτοβουλία, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ανήκει σε αυτήν.
      Κάποιος Οθωμανός πρέσβης εξομολογείτο στον κύριο Wortley ότι η διαφορά ανάμεσα στον απατημένο Ευρωπαίο σύζυγο και τον απατημένο Τούρκο σύζυγο είναι ότι ο πρώτος το μαθαίνει γρήγορα ενώ ο δεύτερος δεν το μαθαίνει ποτέ! Με τέτοιες πικάντικες όσο και ανατρεπτικές ιστορίες, η όλη εικόνα του Τούρκου και της Τουρκάλας αλλάζει για τους αναγνώστες της Wortley. Η μαντίλα γίνεται ακόμη και σύμβολο της γυναικείας ελευθερίας.
      Μετά την δημοσίευση των επιστολών της Wortley, και μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, επικράτησε στην Ευρώπη η μόδα του τουρκικού γυναικείου φορέματος (turquerie vogue). Οι πλούσιες και αριστοκράτισσες γυναίκες της Ευρώπης ήθελαν να μοιάσουν στις ομότιμές τους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το ντύσιμο υπονοούσε τα υπόλοιπα. Γυναικεία πορτρέτα γνωστών ζωγράφων της εποχής δείχνουν ότι διάσημες κυρίες της υψηλής κοινωνίας (Pompadour, Clermont κλπ) αισθάνθηκαν την επιθυμία να απαθανατιστούν ντυμένες με τούρκικη ενδυμασία.
      Το ότι, στα τέλη του 18ου αιώνα, οι Ευρωπαίοι εκδηλώνονται αμφιθυμικά έναντι της Τουρκίας και έναντι κάθε τουρκικού στοιχείου φαίνεται και στην μουσική της εποχής. Με τον Haydn, πατέρα της συμφωνικής μουσικής, εισάγονται στην ευρωπαϊκή μουσική σκηνή τα κρουστά μουσικά όργανα της στρατιωτικής μπάντας των Γενιτσάρων. Η ala turca μουσική, πάντα εύθυμη, είναι ήδη μέρος της δυτικής μουσικής, έστω και αντιστικτικά προς άλλα ‘σοβαρότερα’ μέρη. Το λιμπρέτο της Απαγωγής από το Σεράι του Mozart παρουσιάζει ένα Οθωμανό πασά, τον Σελίμ, μάλλον ρομαντικό και κοντά στα ιπποτικά πρότυπα της Δύσης. Είναι θέμα ερμηνείας το να αποδώσει κανείς αυτές τις τουρκικές πινελιές στα ευρωπαϊκά έργα σε αποδοχή, έστω και ελαφριά, ή σε απόρριψη του τουρκικού στοιχείου.
5. Σήμερα
      Ο Οριεναλισμός του 18ου αιώνα μπορεί να μη αποτελεί ένα συμπαγές πνευματικό κίνημα, όπως ο Οριενταλισμός του 19ου αιώνα, όμως συνιστά μια πρώτη κοινή ιδεολογική στάση της Δύσης έναντι της Ανατολής. Σ’ αυτή την στάση, σε μεγάλο βαθμό, εντοπίζεται η τότε πρωτο-διαμορφούμενη πολιτική και πολιτισμική ευρωπαϊκή ταυτότητα. Η Ευρώπη θα ορίζεται ολοένα και πιο πολύ ως σχέση με την Ανατολή και η Ανατολή, όπως ξέρουμε, ξεκινά από την Τουρκία. Η Ευρώπη θα ορίζεται ολοένα και πιο πολύ ως σχέση με την Τουρκία. Στρατιωτικά, διοικητικά, πολιτειακά και πολιτισμικά στοιχεία φαίνεται να συνηγορούν σ’ αυτόν τον διαφορισμό και διαχωρισμό. Η σημερινή συζήτηση για την ευρωπαϊκότητα της Τουρκίας, με αφορμή το αίτημα της χώρας αυτής να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περνάει απαραιτήτως και από την βαριά σκιά τούτης της ιστορίας, κατασκευασμένης ή μη.
      Ποια είναι η άποψη των σύγχρονων Τούρκων επί όλων αυτών; Η Asli Cirakman ισχυρίζεται ότι αυτός ο ιστορικός διαφορισμός Ανατολής – Δύσης είναι αποτέλεσμα ιδεολογικής κατασκευής και δεν εδράζεται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Το μόνο ιστορικό γεγονός είναι η ιδεολογική κατασκευή ως ξεχωριστή ιστορία. Ο Διαφωτισμός πολλές φορές οικοδόμησε την σκέψη του πάνω σε προκατασκευασμένες ιδέες και κατά τούτο υπήρξε ανιστορικός και απλοϊκός και κατά τούτο ακριβώς μέχρι και ‘κλιματικός’. Οι σχετικές αναφορές του Montesquieu στην Ανατολή είναι, κατά την Τουρκάλα καθηγήτρια, αυθαίρετες, αφού βασίζονται σε περιορισμένες ταξιδιωτικές πηγές, που επελέγησαν για να υποστηρίξουν προειλημμένες ιδέες. 
Βιβλιογραφία:
Cirakman, Α., 2001. ‘From Tyranny to Despotism: The Enlightenment’s Unenlightened Image of the Turks’. Middle East Studies, N. 33, Oxford.
Cirakman, Α., 2002. From the Terror of the World to the Sick Man of Europe. European Images of Ottoman Empire and Society from the Sixteenth Century to the Nineteenth. Oxford: Peter Lang Publishing Inc.
Grosrichard, A., 1998/1977, The Sultan’s Court. European Fantasies of the East. London: Verso.
Montesquieu, Ch., 1777/1721, Persian Letters. London: T. Evans.
Montesquieu, Ch., 1914/1748, The Spirit of Laws. London: G. Bell & Sons.
Said, E., 1996/1978, Οριενταλισμός. Αθήνα: Νεφέλη.
Whortley-Montagy, M., 1994/1762, The Turkish Embassy Letters. London: Virago Press.


[1] Οι μαρτυρίες της εποχής δείχνουν ότι οι στρατιωτικοί πρωταγωνιστές της, Ευγένιος της Σαβοΐας και Σούλεμπουργκ, είχαν πλήρη επίγνωση της ιστορικής κρισιμότητας των μαχών στις οποίες συμμετείχαν. Σήμερα, τα πολεμικά γεγονότα του 1716 φαίνονται μάλλον υποτιμημένα σε σχέση με την πραγματική και συμβολική τους αξία. 
[2] Ο Λακάν πρέσβευε την άποψη ότι η γνώση αναφέρεται όχι σε κάποια υποτιθέμενη ουσία, αλλά σε κάποια δι-υποκειμενική δομή. Γνωρίζουμε κάτι όχι σε σχέση με τον εαυτό του και κάποια υποτιθέμενη ουσία του εαυτού, αλλά σε σχέση με κάτι άλλο. Την σχέση είναι που γνωρίζουμε. Εξ ου και το οξυμένο τοπολογικό και γεωγραφικό ενδιαφέρον του Λακάν. Στην προκειμένη περίπτωση, η επιδιωκόμενη γνώση είναι η γνώση μιας σχέσης: αυτής μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
[3] Η κριτική του Edward Said στις διαδεδομένες αντιλήψεις των Ευρωπαίων της αποικιακής περιόδου αποτελούν βασικό θεμέλιο των μετααποικιακών σπουδών. Η εργασία του προσέφερε πλήθος ευρωπαϊκών παραδειγμάτων διαδεδομένων ανακριβειών γύρω από την Ανατολή.
[4] Το 1721, στις Περσικές Επιστολές, ο Montesquieu παρουσιάζει ανάγλυφα το κοντράστ υψηλών και κατώτερων συναισθημάτων μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο, ό,τι ένας Δυτικός πράττει διότι τον περιμένει η τιμή και δόξα, ο Ανατολίτης το πράττει ένεκα του φόβου που προκαλεί ο τιμωρός σουλτάνος.  
[5] «Στα θερμά κλίματα, όπου γενικώς επικρατεί η δεσποτεία, τα πάθη αποκαλύπτονται νωρίτερα και σύντομα εξοντώνονται.» (Montesquieu 1914/1748, p. 117). «Η Ασία στερείται αμιγούς εύκρατης ζώνης, καθώς τα μέρη όπου επικρατεί ψυχρό κλίμα εναλλάσσονται απότομα με μέρη όπου επικρατί υπερβολική ζέστη, όπως η Τουρκία, η Περσία, η Ινδία, η Κίνα, η Κορέα και η Ιαπωνία.» (Montesquieu 1914/1748, p. 351).
[6] Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Bilkent της Άγκυρας και στο συγγραφικό της έργο ασχολείται με την αποδόμηση της ευρωπαϊκής αφήγησης για την Τουρκία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.